Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

Το άγχος, η αβεβαιότητα και ο φόβος στη σύγχρονη μητρόπολη



Οι κοι­νω­νί­ες των σύγ­χρο­νων με­γα­λου­πό­λε­ων, ε­δραιω­μέ­νες και ορ­γα­νω­μέ­νες σύμ­φω­να με την πα­γκό­σμια χάρ­τα της οι­κο­νο­μι­κής δι­κτα­το­ρί­ας, α­σφυ­κτιού­σες κά­τω α­πό τη διαρ­κώς αυ­ξα­νό­με­νη πί­ε­ση του κρα­τι­κού ζυ­γού, πα­ρου­σιά­ζουν δε­κα­ε­τί­ες τώ­ρα –απ’ ά­κρη σ’ ά­κρη της γης– κά­ποια κοι­νά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά στην έκ­φρα­ση και τη δρα­στη­ριο­ποί­η­σή τους. Το άγ­χος λοι­πόν, η α­πο­μό­νω­ση, ο φό­βος και η α­βε­βαιό­τη­τα α­πο­τε­λούν α­να­πό­σπα­στα στοι­χεί­α της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας των κα­τα­πιε­σμέ­νων, οι ο­ποί­οι αιώ­νες τώ­ρα υ­φί­στα­νται στο σώ­μα και την ψυ­χή τους τα θε­σμο­θε­τη­μέ­να βα­σα­νι­στή­ρια του κρά­τους και της κάθε μορφής ε­ξου­σί­ας. 


Ποιοί εί­ναι ό­μως οι πα­ρά­γο­ντες ε­κεί­νοι και ποιά τα ι­διαί­τε­ρα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της λει­τουρ­γί­ας και της μορ­φής των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών, που ευ­θύ­νο­νται γι’ αυ­τή την κα­τά­στα­ση; Εί­ναι α­να­ντίρ­ρη­το γε­γο­νός ο­τι κρά­τος και κε­φά­λαιο, α­πό­λυ­τα ε­ναρ­μο­νι­σμέ­να προς έ­να κοι­νό σκο­πό, την δια­τή­ρη­ση της κυ­ριαρ­χί­ας τους και την διαιώ­νι­ση της προ­λε­τα­ριο­ποί­η­σης των αν­θρώ­πων, προ­πα­ρα­σκευά­ζουν –μέ­σα α­πό θε­α­μα­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες δια­με­σο­λά­βη­σης και α­ντι­στρο­φής της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας– τις συν­θή­κες και τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της α­πο­συ­ντι­θε­μέ­νης κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας του κα­θε­νός α­πό ε­μάς. Συ­νε­πώς η α­στι­κή κυ­ριαρ­χί­α που ε­δώ και τρεις αιώ­νες πα­ρα­σι­τεί εις βά­ρος των λα­ών μπο­ρεί και κα­τα­νέ­μει σω­στά τους ε­ξα­να­γκα­σμούς τους ο­ποί­ους προ­σπα­θεί να κα­λύ­ψει με το γε­λοί­ο έν­δυ­μα των νό­μων, που προ­στα­τεύ­ουν (ποιούς ά­ρα­γε και α­πό τι;) και βγαί­νουν στο ό­νο­μα των πιο α­προ­κά­λυ­πτων και βρώ­μι­κων ε­ξου­σια­στι­κών ε­πι­τα­γών. Αυ­τές κά­θε φο­ρά εί­τε εί­ναι κοι­νω­νι­κές, εί­τε οι­κο­νο­μι­κές, πο­λε­ο­δο­μι­κές, πο­λι­τι­κές ή α­κό­μα και η­θι­κές υ­πο­βι­βά­ζουν τον άν­θρω­πο σε α­ντι­κεί­με­νο το ο­ποί­ο ή θα εί­ναι κλει­δω­μέ­νο σε κά­ποια φυ­λα­κή (ή ψυ­χια­τρεί­ο) ή θα βρί­σκε­ται στοι­βαγ­μέ­νο κά­που στα κέ­ντρα πα­ρα­γω­γής και κα­τα­νά­λω­σης. Α­λί­μο­νο λοι­πόν αν σε μια τέ­τοια ορ­γά­νω­ση για τη διά­θε­ση της ζω­ής δεν πα­ρου­σιά­ζο­νται στους αν­θρώ­πους εκ­δη­λώ­σεις μό­νι­μού άγ­χους, φό­βου, και α­βε­βαιό­τη­τας.
Ο χώ­ρος και η μορ­φή των πό­λε­ων, που διά­φο­ροι αρ­χι­τέ­κτο­νες και πο­λε­ο­δό­μοι (ά­ξιοι ερ­γά­τες και σύμ­βου­λοι της κρα­τι­κής-οι­κο­νο­μι­κής αυ­το­κρα­το­ρί­ας) έ­χτι­σαν και δη­μιούρ­γη­σαν για τους αν­θρώ­πους, μό­νο αν­θρω­πιά δεν έ­χει. Οι σύγ­χρο­νες μη­τρο­πό­λεις α­πο­τε­λούν ά­ξια τέ­κνα των με­γα­λου­πό­λε­ων που προ­έ­κυ­ψαν α­πό τη βιο­μη­χα­νι­κή ε­πα­νά­στα­ση. Με­γα­λου­πό­λεις που ε­ξυ­πη­ρε­τού­σαν φυ­σι­κά τη συσ­σώ­ρευ­ση ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού, τη δη­μιουρ­γί­α προ­λε­τα­ρια­κών ζω­νών και τον ευ­κο­λό­τε­ρο έ­λεγ­χο. Πρό­κει­ται για έ­να πε­ρι­βάλ­λον α­πρό­σω­πο ό­που ε­πι­κρα­τεί το πνεύ­μα και η νο­ο­τρο­πί­α της «αρ­χι­τε­κτο­νι­κής του κα­τα­να­γκα­σμού». Μια αρ­χι­τε­κτο­νι­κή, που προ­σπα­θεί α­πό τη μια με την ε­ξω­τε­ρι­κή ει­κό­να της να δη­λώ­σει το «με­γα­λεί­ο» και την «ε­πι­βλη­τι­κό­τη­τα» της ε­ξου­σί­ας και α­πό την άλ­λη με την ε­σω­τε­ρι­κή της εμ­φά­νι­ση να ι­κα­νοποι­ή­σει τις α­παι­τή­σεις της ε­ξου­σί­ας για έ­λεγ­χο, μα­ζο­ποί­η­ση και α­πο­μό­νω­ση. Το πε­ρι­βάλ­λον αυ­τό δια­χω­ρι­σμέ­νο σε γκέ­το, πε­ριο­χές ερ­γα­σί­ας, φτω­χών και πλού­σιων, και ε­πι­βα­ρη­μέ­νο α­πό τη μό­λυν­ση των το­ξι­κών α­πο­βλή­των α­πό τα ερ­γο­στά­σια α­πο­τε­λεί­ται συ­νή­θως α­πό πα­νύ­ψη­λα κτί­ρια και πο­λυ­κα­τοι­κί­ες που κρύ­βουν τον ου­ρα­νό δρό­μους που ε­ξυ­πη­ρε­τούν την διέ­λευ­ση των τρο­χο­φό­ρων και α­σφα­λώς τη δια­κί­νη­ση των ε­μπο­ρευ­μά­των. Οι δρό­μοι αυ­τοί ευ­θύ­νο­νται για το α­σφυ­κτι­κό μπο­τι­λιά­ρι­σμα και για τα κα­θη­με­ρι­νά τρο­χαί­α που α­πει­λούν τις ζω­ές ο­δη­γών και πε­ζών. Πρό­κει­ται λοι­πόν για έ­να πε­ρι­βάλ­λον που στο σύ­νο­λο του εκ­φρά­ζε­ται μέ­σα α­πό α­κα­λαί­σθη­τους ό­γκους του μπε­τόν αρ­μέ κά­τω α­πό τους ο­ποί­ους με­γα­λώ­νουν παι­διά και ζουν άν­θρω­ποι νευ­ρω­τι­κοί, αγ­χώ­δεις, κα­τα­δι­κα­σμέ­νοι να υ­φί­στα­νται έ­ναν πε­ρί­γυ­ρο που σε κα­μί­α πε­ρί­πτω­ση δεν εί­ναι ο φυ­σι­κός τους.
Α­πό τη άλ­λη πλευ­ρά, οι ρυθ­μοί της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νι­κής «ε­ξε­λί­ξε­ως» -λό­γω της ερ­γα­σί­ας του κα­πι­τα­λι­σμού για την πα­γί­ω­ση και ο­λο­έ­να ι­σχυ­ρο­ποί­η­ση του σε πα­γκό­σμιο ε­πί­πε­δο- αυ­ξά­νο­νται ι­λιγ­γιω­δώς και οι ρυθ­μοί πα­ρα­γω­γής και κα­τα­νά­λω­σης που έ­χουν ε­πι­βλη­θεί στους «δού­λους της δη­μο­κρα­τί­ας» εί­ναι συμ­με­τρι­κά α­ντί­θε­τοι προς τις α­ντο­χές και τις ε­πι­θυ­μί­ες τους. Προ­κει­μέ­νου να α­ντε­πε­ξέλ­θουν στις α­παι­τή­σεις της κυ­ριαρ­χί­ας θα δου­λέ­ψουν πολ­λές ώ­ρες και μά­λι­στα σε συν­θή­κες, ό­που θα κρί­νε­ται διαρ­κώς ε­πι­σφα­λής η υ­γεί­α και η ζω­ή. Θα μπουν σε δια­δι­κα­σί­ες α­ντα­γω­νι­σμού και ε­ξει­δί­κευ­σης και γε­νι­κά θα κα­τα­βά­λουν ό­λη τους τη δυ­να­μι­κή, προ­κει­μέ­νου να φέ­ρουν εις πέ­ρας την ε­παγ­γελ­μα­τι­κή τους α­πο­στο­λή. Τον ε­ξα­να­γκα­σμό αυ­τό για την προ­ε­τοι­μα­σί­α μιας α­πο­δε­κτής και λει­τουρ­γι­κής μο­νά­δας του συ­στή­μα­τος, βιώ­νει ο άν­θρω­πος α­πό την παι­δι­κή η­λι­κί­α κα­τά τη σχο­λι­κή πε­ρί­ο­δο.
Ε­πι­πρό­σθε­τα η ε­ξέ­λι­ξη της ε­πι­στή­μης σε συν­δυα­σμό με την τα­χύ­τα­τη ε­ξά­πλω­ση της τε­χνο­λο­γί­ας έ­χει σα­φώς α­πε­λευ­θε­ρώ­σει τον άν­θρω­πο α­πό το άγ­χος για την κά­λυ­ψη βα­σι­κών α­να­γκών, α­πό την άλ­λη ό­μως τον έ­χει ε­γκλω­βί­σει μέ­σα σε μια πλη­θώ­ρα α­γα­θών που πρέ­πει να κα­τα­να­λώ­σει κα­θώς οι ε­πι­θυ­μί­ες του δεν α­να­πτύσ­σο­νται σύμ­φω­να με τις ε­πι­τα­γές του «ε­γώ» του αλ­λά α­νά­λο­γα με τις ρυθ­μί­σεις των θε­α­μα­τι­κών μη­χα­νι­σμών, που λει­τουρ­γούν στα α­στι­κά κέ­ντρα.
Μέ­σα σ’ αυ­τές τις κοι­νω­νί­ες της α­φθο­νί­ας και της υ­λι­κής ευ­η­με­ρί­ας, το ά­το­μο α­σφυ­κτιά κά­τω α­πό τον ο­λο­κλη­ρω­τι­σμό των ε­μπο­ρευ­μά­των που κα­θη­με­ρι­νά α­πα­σχο­λούν το χώ­ρο, το χρό­νο του, τις α­νά­γκες και γε­νι­κά τη διά­θε­ση της ζω­ής του. Ο σύγ­χρο­νος σκλά­βος των με­γα­λου­πό­λε­ων εί­ναι ε­ξα­να­γκα­σμέ­νος κα­θη­με­ρι­νά να κα­τα­να­λώ­νει φάρ­μα­κα, συ­σκευα­σμέ­νες τρο­φές, κουλ­τού­ρα, γνώ­ση, ψυ­χα­γω­γί­α και να α­να­λώ­νε­ται σ’ ο­τι­δή­πο­τε κα­τα­να­λώ­νει τον ε­αυ­τό του προς ό­φε­λος της κε­φα­λαιο­κρα­τι­κής τρο­μο­κρα­τί­ας.
Ε­πι­πρό­σθε­τα, ό­λες οι α­νέ­σεις που προ­σφέ­ρει η πα­γκό­σμια βιο­μη­χα­νί­α σε συν­δυα­σμό με την αυ­το­μα­το­ποί­η­ση της τε­χνο­λο­γί­ας -συ­στή­μα­τα ε­πι­κοι­νω­νί­ας, κλι­μα­τι­σμού, αυ­τό­μα­τοι πω­λη­τές, η­λε­κτρο­νι­κά μη­χα­νή­μα­τα κτλ-, α­πο­τε­λούν την κλει­στή πα­ρα­γω­γι­κή λει­τουρ­γί­α ε­νός μη­χα­νι­σμού, κα­τά τη διάρ­κεια του ο­ποί­ου, ή πα­ρα­γκω­νί­ζε­ται ή ε­νί­ο­τε εκ­μη­δε­νί­ζε­ται ε­ντε­λώς η πα­ρέμ­βα­ση του α­τό­μου και η διά­θε­σή του για δη­μιουρ­γι­κό­τη­τα.
Έ­να άλ­λο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό των σύγ­χρο­νων α­στι­κών συ­γκρο­τη­μά­των, το ο­ποί­ο ευ­θύ­νε­ται για τη δη­μιουρ­γί­α άγ­χους φό­βου και α­βε­βαιό­τη­τας εί­ναι και η αυ­ξα­νό­με­νη θε­σμο­θε­τη­μέ­νη βί­α α­πό τη με­ριά του κρά­τους εις βά­ρος των κα­τα­πιε­σμέ­νων. Η αυ­το­γνω­σί­α των α­φε­ντι­κών ο­τι πα­ρα­σι­τούν α­να­φο­ρι­κά με την ε­πι­δί­ω­ξη των κοι­νω­νιών για α­πε­λευ­θέ­ρω­ση -και ο φό­βος φυ­σι­κά που συ­νο­δεύ­ει τη γνώ­ση τους αυ­τή- έ­χει ο­δη­γή­σει στη διαρ­κώς αυ­ξα­νό­με­νη α­στυ­νό­μευ­ση των α­στι­κών συ­γκρο­τη­μά­των. Συ­νε­πώς κα­θη­με­ρι­νά, κά­θε «ε­λεύ­θε­ρος δη­μο­κρά­της πο­λί­της» έ­χει να α­ντι­με­τω­πί­σει στο διά­βα του πά­νο­πλους α­στυ­νο­μι­κούς οι ο­ποί­οι με το χέ­ρι σε έ­κτα­ση και το δά­κτυ­λο στη σκαν­δά­λη πραγ­μα­το­ποιούν ε­ξα­κρι­βώ­σεις, α­πει­λές, α­πα­γω­γές, ε­κτε­λέ­σεις α­σκούν μια α­δυ­σώ­πη­τη τρο­μο­κρα­τί­α προ­σω­πο­ποιώ­ντας την κρα­τι­κή ε­πι­βο­λή και θυ­μί­ζο­ντας βέ­βαια ο­τι οι αν­θρώ­πι­νες κοι­νω­νί­ες ορ­γα­νώ­νο­νται και συ­γκρο­τού­νται κά­τω α­πό το κα­θε­στώς των ό­πλων και του φό­βου.
Αυ­τό λοι­πόν εί­ναι έ­να κομ­μά­τι της κα­θη­με­ρι­νής ζω­ής των με­γα­λου­πό­λε­ων, πλημ­μυ­ρι­σμέ­νης α­πό το άγ­χος, την α­πο­μό­νω­ση και α­βε­βαιό­τη­τα, ευ­θυ­γραμ­μι­σμέ­νη στα πλαί­σια της φτώ­χιας και της κα­τα­πί­ε­σης που έ­θε­σαν οι α­παι­τή­σεις της ι­στο­ρί­ας της εκ­με­τάλ­λευ­σης. Α­πό την άλ­λη βέ­βαια οι ε­πί μα­κρόν συ­ζη­τή­σεις των μπα­σκί­νων, δι­κα­στών, αρ­χι­τε­κτό­νων, πο­λε­ο­δό­μων ψυ­χο­λό­γων για τον ε­ξαν­θρω­πι­σμό των με­γά­λων α­στι­κών συ­γκρο­τη­μά­των, α­πο­τε­λούν έ­να φε­να­κι­σμό τό­σο α­στεί­ο ό­σο α­στεί­ος μπο­ρεί να εί­ναι ο ε­ξαν­θρω­πι­σμός του κρά­τους και της ε­ξου­σί­ας.
Α­ναμ­φί­βο­λο λοι­πόν, εί­ναι το γε­γο­νός ο­τι αυ­τή η άρ­ρω­στη κα­τά­στα­ση (της ε­πι­βί­ω­σης και κοι­νω­νι­κής α­πο­δο­χής) που έ­χει ε­πι­βάλ­λει η κρα­τι­κή-οι­κο­νο­μι­κή ε­ξου­σί­α ως σύ­στη­μα για τη διά­θε­ση της αν­θρώ­πι­νης ζω­ής, εί­ναι το α­πο­τέ­λε­σμα των διερ­γα­σιών της για τη διαιώ­νι­ση και ι­σχυ­ρο­ποί­η­σή της πά­νω στον τρά­χη­λο των κα­τα­πιε­σμέ­νων. Α­πό την άλ­λη δε θα πρέ­πει να πα­ρα­βλέ­που­με την ι­στο­ρι­κή α­λή­θεια, το γε­γο­νός ο­τι αυ­τή η κα­τά­στα­ση ε­ξω­θεί τους α­δύ­να­τους στην ε­πι­λο­γή και τη χρή­ση της α­πα­ραί­τη­της α­ντι­βί­ας και τους με­τα­μορ­φώ­νει σ’ έ­να η­φαί­στειο, έ­τοι­μο να ξυ­πνή­σει και να ε­κρα­γεί και του ο­ποί­ου η λά­βα θα σπεί­ρει τον ό­λε­θρο και την κα­τα­στρο­φή σ’ ο­τι­δή­πο­τε ε­πί αιώ­νες τώ­ρα τρο­μο­κρα­τεί και κα­τα­πιέ­ζει…
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 15, Ιούνιος 2003

http://gregordergrieche.blogspot.gr/2017/01/blog-post_4.html#more

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου